Ένας ιερέας έλεγε πάντα στους πιστούς της ενορίας του ότι είναι πιο εύκολο – πολύ πιο εύκολο -, να είναι κανείς δυστυχισμένος, παρά ευτυχισμένος.

«Όταν αισθάνομαι δυστυχισμένος» τους εξήγησε, «λέω στον εαυτό μου ότι ακολουθώ τον εύκολο δρόμο, αφήνω κάποια γεγονότα να με απομακρύνουν από το Θεό».

«Η ευτυχία, αντίθετα» συνέχιζε, «είναι κάτι για το οποίο πρέπει για το οποίο πρέπει ν” αγωνιστούμε, δεν είναι ένα απλό συναίσθημα που προέρχεται από το γεγονός ότι μας συνέβη κάτι καλό».

Δεν μπορώ να σχολιάσω τη θεολογική του θέση, συμφωνώ όμως απόλυτα με την αποψή του, ότι αν θα είμαστε ή όχι ευτυχισμένοι ή όχι φαίνεται πως εξαρτάται πολύ περισσότερο από εμάς τους ίδιους παρά από τα εξωτερικά γεγονότα.

Θα προσπαθήσω να δείξω πως ο καθένας μας είναι φορέας του βασικού (αν και όχι μοναδικού) παράγοντα που καθορίζει το βαθμό της ευτυχίας του. Ενός παράγοντα μεταβλητού από άτομο σε άτομο, ο οποίος μεταβάλλεται επίσης σε διαφορετικές φάσεις της ζωής του ίδιου ανθρώπου, και τον οποίο θα ονομάσω, έτσι αυθαίρετα: Παράγοντα Ε.

Ακόμα και με κίνδυνο να τον απλοποιώ υπερβολικά, θα τον ορίσω, βασικά, ως το άθροισμα τριών σημαντικών στοιχείων:

Του ελέγχου – μέχρι ενός ορισμένου σημείου -, και της συνείδησης της αλληλεπίδρασης ανάμεσα σ” εμένα και το περιβάλλον.

εν μπορώ να είμαι ευτυχισμένος αν δεν γνωρίζω ότι μετέχω ενεργά σε όλα όσα μου συμβαίνουν.

Μιας ψυχικής στάσης που μου επιτρέπει να αποφεύγω την απογοήτευση και την θλίψη.

εν μπορώ να είμαι ευτυχισμένος αν χάνω το θάρρος μου κι εγκαταλείπω την προσπάθεια στην πρώτη ευκολία.

Της προσπάθειας ν” αποκτήσω γνώσεις και σοφία.