Η τακτική χρήση ασπιρίνης σχετίζεται με σημαντική μείωση του κινδύνου για την εμφάνιση αρκετών ειδών καρκίνου του πεπτικού συστήματος, ακόμη και μερικών με μεγάλη θνησιμότητα, όπως του παγκρέατος και του ήπατος, σύμφωνα με μία νέα ιταλική επιστημονική μελέτη, τη μεγαλύτερη του είδους της μέχρι σήμερα. Η μείωση του κινδύνου κυμαίνεται από 22% έως 38% ανάλογα με το είδος του καρκίνου.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Κριστίνα Μποσέτι της Μονάδας Επιδημιολογίας Καρκίνου του Τμήματος Ογκολογίας του Ινστιτούτου Μάριο Νέγκρι του Μιλάνου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Annals of Oncology» της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ιατρικής Ογκολογίας, αξιολόγησαν (μετα-ανάλυση) στοιχεία από 45 έρευνες που αφορούσαν συνολικά περίπου 156.000 ανθρώπους.

Διαπιστώθηκε ότι η λήψη τουλάχιστον μίας ή δύο ασπιρινών την εβδομάδα σχετίζεται με μείωση του κινδύνου για καρκίνο του παγκρέατος κατά 22%, του εντέρου κατά 27%, του οισοφάγου κατά 33%, του στομάχου κατά 36%, ενώ του ήπατος ή της χολής κατά 38%.

Δεν βρέθηκε, αντίθετα, μείωση του κινδύνου στην περίπτωση των καρκίνων της κεφαλής και του λαιμού.

Ο κίνδυνος, επίσης, βρέθηκε να μειώνεται με αυξημένη δόση ασπιρίνης. Μία δόση 75 έως 100 μιλιγκράμ την ημέρα σχετιζόταν με μείωση 10% του κινδύνου του εντέρου, μία δόση 325 μιλιγκράμ την ημέρα με μείωση κινδύνου κατά 35%, ενώ μία καθημερινή δόση 500 μιλιγκράμ σχετιζόταν με μειωμένο κατά 50% κίνδυνο.

Όμως, όπως είπε η κ. Μποσέτι, «η επιλογή της δόσης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον πιθανό κίνδυνο αιμορραγίας του στομάχου, που αυξάνει ανάλογα με τη δοσολογία της ασπιρίνης». Από την άλλη πλευρά, ανέφερε, «σε σχέση με όσους δεν έπαιρναν καθόλου ασπιρίνη, ο κίνδυνος καρκίνου του εντέρου ήταν μειωμένος κατά 4% μετά από έναν χρόνο τακτικής λήψης ασπιρίνης, κατά 19% μετά από πέντε χρόνια και κατά 29% μετά από δέκα χρόνια».

Ο καθηγητής Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Μιλάνου Κάρλο Λα Βέκια δήλωσε ότι «φέτος προβλέπονται περίπου 175.000 θάνατοι από καρκίνο του εντέρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, από τους οποίους οι 100.000 σε άτομα ηλικίας 50 έως 74 ετών. Αν υποθέσουμε ότι η τακτική χρήση ασπιρίνης αυξηθεί από το 25% στο 50% αυτής της ηλικιακής ομάδας, αυτό θα σημαίνει πως θα μπορούσαν να αποφευχθούν 5.000 έως 7.000 θάνατοι από καρκίνο του εντέρου και 12.000 έως 18.000 νέα περιστατικά, εφόσον μελλοντικές μελέτες επιβεβαιώσουν ότι όντως η ασπιρίνη μειώνει τον κίνδυνο καρκίνου. Η αντίστοιχη μείωση θα ήταν περίπου 3.000 θάνατοι από καρκίνο του οισοφάγου, του στομάχου και του παγκρέατος και 2.000 από καρκίνο του ήπατος».

Ειδικότερα για τον φονικό καρκίνο του παγκρέατος, ο κ. Λα Βέκια επισήμανε ότι «ο κίνδυνος ήταν μειωμένος κατά 25% για όσους έπαιρναν ασπιρίνη τακτικά επί πέντε χρόνια, σε σχέση με όσους δεν έπαιρναν καθόλου». Τόνισε, όμως, ότι «η λήψη ασπιρίνης για πρόληψη του καρκίνου του εντέρου ή άλλων καρκίνων πρέπει να γίνεται μόνο μετά συνεννόηση με γιατρό. Πάντως, όσοι κινδυνεύουν περισσότερο από καρκίνους του πεπτικού συστήματος, αυτοί είναι πιθανότερο να αποκομίσουν τα μεγαλύτερα οφέλη από την ασπιρίνη».