Σήμερα, Πέμπτη, αναμένεται να ξεκινήσει η υποβολή αιτήσεων για πληρωμή της εφάπαξ ενίσχυσης των 400 ευρώ, που εντάχθηκε στα μέτρα στήριξης των επιστημονικών κλάδων λόγω κορωνοϊού, από δικηγόρους, μηχανικούς, οδοντιάτρους, οικονομολόγους, γεωτεχνικούς και συμβολαιογράφους.

Για τη χορήγηση της ενίσχυσης θα ισχύσουν δύο κριτήρια, σύμφωνα με την Κοινή Υπουργική Απόφαση:

Πρώτον, το συνολικό οικογενειακό εισόδημα των δικαιούχων που δηλώθηκε το 2020 να μην ξεπερνά τις 30.000 ευρώ

Δεύτερον, να έχουν υποστεί μείωση τζίρου σε ποσοστό τουλάχιστον 20% για την περίοδο Απριλίου - Δεκεμβρίου 2020 σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019

Για να λάβουν την εφάπαξ οικονομική ενίσχυση οι δικαιούχοι, θα πρέπει να έχει υποβληθεί υπεύθυνη δήλωση - αίτηση στο Πληροφοριακό Σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ», όπως γράφει η εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος».

Για να γίνει αποδεκτή θα πρέπει πρώτα οι δυνητικά δικαιούχοι να έχουν υποβάλει δήλωση για τα έσοδά τους κατά την περίοδο αναφοράς του 2020 στην πλατφόρμα myBusinessSupport της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ).

Έπειτα, θα ακολουθήσει αυτοματοποιημένος έλεγχος για το αν πληρούνται οι προϋποθέσεις για να χορηγηθεί η ενίσχυση.

Οι αιτήσεις θα είναι ανοιχτές σε όλους όσοι ασκούν την επαγγελματική τους δραστηριότητα μόνο ως αυτοαπασχολούμενοι με την προϋπόθεση να είναι ασφαλισμένοι του ΕΤΑΑ και να έχουν ενταχθεί μεταξύ των μηνών Μαρτίου - Νοεμβρίου 2020 στους πληττόμενους Κωδικούς Αριθμούς Δραστηριότητας (ΚΑΔ) του υπουργείου Οικονομικών.

Κύριος στόχος είναι να πάρουν τα 400 ευρώ οι νέοι επιστήμονες – αυτοαπασχολούμενοι που δεν έχουν κλείσει την πρώτη 5ετία καθώς πλήττονται σημαντικά λόγω των περιοριστικών μέτρων για τον κορωνοϊό, όπως γράφει η εφημερίδα.

Πόσοι θα πληρωθούν

ο συνολικό ποσό που θα διατεθεί για την ενίσχυση θα ανέλθει περίπου στα 40 εκατ. ευρώ, που σημαίνει ότι η ενίσχυση των 400 ευρώ φτάνει για να την πάρουν 100.000 δικαιούχοι.

Αν όμως οι αιτήσεις που θα υποβληθούν και πληρούν τα κριτήρια εισοδήματος και της πτώσης τζίρου είναι περισσότερες, τότε είναι πιθανό να πάρουν το επίδομα οι έχοντες χαμηλότερο εισόδημα και μεγαλύτερη πτώση τζίρου ώστε να μην ξεπεραστεί το όριο των 100.000 δικαιούχων.