Όλοι γνωρίζουμε λίγο πολύ ποιος ήταν ο Νενέκος. Ένας αξιόλογος αρβανίτης οπλαρχηγός της επανάστασης του 1821 από την Ζουμπάτα (σημ. Πηγή) της Αχαϊας...


style="text-align: right;">Γράφει ο Γιώργος Πύργαρης*

λοι γνωρίζουμε λίγο πολύ ποιος ήταν ο Νενέκος. Ένας αξιόλογος αρβανίτης οπλαρχηγός της επανάστασης του 1821 από την Ζουμπάτα (σημ. Πηγή) της Αχαϊας που όμως, ενώ στην αρχή πολέμησε γενναία τον Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, στη συνέχεια είτε επειδή πίστεψε πως η ελληνική επανάσταση είχε πια αποτύχει, είτε επειδή εξαγοράστηκε για γρόσια και εξουσίες, άλλαξε στρατόπεδο παρασύροντας με το παράδειγμά του συγγενείς, συγχωριανούς, αλλά και κατοίκους γειτονικών περιοχών, σε μια περίοδο που ο Ιμπραήμ -επιστρέφοντας από το Μεσολόγγι- άρχισε να μοιράζει προσκυνοχάρτια.

Αλλά δεν λειτουργεί μονάχα ως κακό πρότυπο. Μαζί με τους ανθρώπους του, τρομοκρατούν κιόλας τους Έλληνες για να προσκυνήσουν. “Ποτέ δεν φοβήθηκα” λέει αργότερα ο Κολοκοτρώνης στα απομνημονεύματά του “όσο εκείνη την εποχή, με τα προσκυνοχάρτια του Ιμπραήμ”...

[caption id="attachment_676" align="alignright" width="229"]Γιώργος Πύργαρης Συγγραφέας Γιώργος Πύργαρης - Συγγραφέας, ιστορικός, ερευνητής[/caption]

Πράγματι. Ο κίνδυνος να προσκυνήσει όλη η Πελοπόννησος εκείνη την κρίσιμη περίοδο, ήταν μεγάλος. Ο Γέρος κατηγορείται από πολλούς, ακόμη κι απ’ τον Μακρυγιάννη, πως δεν στάθηκε να πολεμήσει τον Ιμπραήμ.

“Δεν είχε κώλο” λέει στο απομνημονεύματά του ο Μακρυγιάννης. Ο ίδιος βέβαια στα δικά του απομνημονεύματα που υπαγόρευσε στον Τερτσέτη, ισχυρίστηκε πως δεν είχε τον στρατό να αντιπαραταχθεί με τα στίφη του Αιγύπτιου Πασά.

Όμως εδώ αντιδρά άμεσα. Με σύνθημα ‘’φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους’’ αρχίζει αντίποινα σε όσους προσκυνούν. Δε διστάζει να βάλει φωτιά σε ολόκληρα χωριά που είχαν ομαδικά προσκυνήσει και να απαγχονίσει στις πλατείες τους συνεργάτες και προσκυνημένους.

Παρ' όλα αυτά ο Νενέκος -που έχει ονομαστεί πια μπέης- συνεχίζει τη δράση του υπέρ των Τούρκων. Κυνηγά και τρομοκρατεί τους Έλληνες που δεν προσκυνούν, τους παίρνει χρήματα, την κινητή περιουσία τους, ζώα, τρόφιμα, όπλα και πυρομαχικά και τα πουλά στους Τούρκους της Πάτρας που τα είχαν μεγάλη ανάγκη, λόγω συχνών πολιορκιών.

Είναι μάλιστα τέτοια η αφοσίωσή του στον Ιμπραήμ που όταν ο τελευταίος με έναν μονάχα σωματοφύλακα (τσιμπουκοδότη, τον λέει ο Κολοκοτρώνης), λοξοδρομεί κάποια στιγμή από το ασκέρι του και χάνεται σε ένα δάσος ανάμεσα στην Πάτρα και τα Καλάβρυτα, τον βρίσκει ο Νενέκος που λειτουργούσε συνήθως ως οπισθοφυλακή του και τον επαναφέρει μετά από πολλές ώρες στις τάξεις του στρατού του, ενώ θα μπορούσε να τον είχε απαγάγει και να τον οδηγούσε στους Έλληνες, χαρίζοντας ένα ισχυρότατο διαπραγματευτικό χαρτί στην ελληνική επανάσταση και εξιλεώνοντας συνάμα τον εαυτό του.

Ο Κολοκοτρώνης για να αποθαρρύνει τέτοιες ενέργειες σαν του Νενέκου και από άλλους Έλληνες οπλαρχηγούς, συμφωνεί με κάποιον χωριανό ή κοντοχωριανό του Νενέκου από τη Ζουμπάτα, τον Αθανάσιο Σαγιά, να τον σκοτώσει.

Ο Σαγιάς ενώ στην αρχή συμφωνεί, στη συνέχεια διστάζει, γιατί εκτός από χωριανός ή κοντοχωριανός, ήταν ίσως και μακρινός συγγενής του Νενέκου. Με δεύτερη όμως προτροπή του Κολοκοτρώνη και με οργισμένη καρδιά εναντίον του Νενέκου που όλο αυτό το διάστημα τον κυνηγά ανηλεώς όπως θα δούμε στην παρακάτω επιστολή, ο Σαγιάς πραγματοποιεί τη δολοφονία του Νενέκου σε μια ενέδρα που είχε στήσει ο Νενέκος για τον Σαγιά!

Τα σκληρά μέτρα του Κολοκοτρώνη και ο θάνατος του Νενέκου, θέτουν τέρμα στο αθρόο προσκύνημα των Ελλήνων στον Ιμπραήμ, αλλά το δραματικό πρόσωπο σε αυτήν την υπόθεση είναι ο ίδιος ο Σαγιάς που φοβούμενος αντίποινα των συγγενών του Νενέκου, δε μπορεί να επιστρέψει πια στον τόπο του.

Η επιστολή του προς τον Καποδίστρια είναι συγκλονιστική. Το τίμημα της αντίστασης του Σαγιά είναι τεράστιο. Η απόφασή του να μην προσκυνήσει όπως όλοι σχεδόν οι συντοπίτες του τον Ιμπραήμ, η βεντέτα του με τον Νενέκο και η δολοφονία του, τον καθιστούν στην περιοχή του μαύρο πρόβατο. Ο Σαγιάς προσπέφτει με δύο επιστολές του στα πόδια του κυβερνήτη Καποδίστρια.

Ας δούμε όμως την πρώτη συγκλονιστική επιστολή του, που μας περιγράφει όσα τράβηξε από τον Νενέκο, προτού τελικά τον σκοτώσει…

"Προς τον εξοχώτατον Κυβερνήτην της Ελλάδος

με το ταπεινόν μου σέβας διηγούμαι προς την εξοχότητά σου την δεινήν δυστυχίαν μου, τα όσα δοκιμάζω ένδεκα μήνας και μέχρι σήμερον στερημένος της πατρίδος μου και όλων των πραγμάτων και ταλαιπωρούμαι ένθεν κακείθεν.

ίναι γνωστόν εις την επαρχίαν της Πάτρας επροσκύνησαν όλοι εις τον Ιμβραήμ, έχωντας αρχηγόν τον Νενέκον. εγώ μόνον εκ της επαρχίας αυτής από πατριοτισμόν μην εφχαριστούμενος να φανώ προδότης της πατρίς μου και των αδελφών χριστιανών ειδοποίησα όλας τας αρχάς της διοικήσεως στρατηγούς και καπιτανέους διά να εμποδίσωμε τον κίνδυνον της πατρίδος και έμεινα πατριώτης να μη συμφωνώ με τους προσκυνημένους εις τον Οθωμανικόν ζυγόν μέχρι τέλους. ενώ ήμουν τοιούτος έπρεπε να κάμω τα χρέη μου εις τους αποστάτας. και μ’ όλον ότι ήμουν διαταγμένος από τον Γενικόν Αρχηγόν (εννοεί τον Κολοκοτρώνη) διά να τον φονεύσω τον νενέκον όστις ήλθεν ζητών τον θάνατόν του.

ατ’ αρχάς με εκατάτρεξε φονεύσας δύο συντρόφους μου ο νενέκος, καπιτανέους ονομαζόμενους λαμπρούλη και σπανοκυριάκον και άλλον βασίλην σμυρνιώτην κόψας το δεξιόν του χέρι. μετά τούτο δύο συγγενείς μου γεώργιον πατζαϊτην και δημητράκην νυμφοκάπουλον. έπειτα με επήρε τα πρόβατά μου και μίαν κόρην δυναστικώς πρώτη αξαδέλφη μου, δώσας εις αυτήν έναν άτιμον άνδρα διά καταισχύνην μου, ύστερον έστειλεν τον γραμματικόν του και μερικούς στρατιώτας του, και με επήραν μίαν στάνην πρόβατα, του μαντά ονομαζόμενου και δύο ανιψιούς μου αιγμαλώτους, αυτό όμως το έκαμε τεχνηέντως διά να φονεύση εμένα. ηκούοντας ημείς την ταραχήν ενομίσαμεν ότι είναι Τούρκοι διό και ωρμήσαμεν κατ’ αυτών οίτινες είχον ενέδραν, εις την οποίαν εφόνευσαν τον αδελφόν μου. αυτά και άλλα εξοχότατε έκαμεν κατ’ εμού τα οποία δεν περιγράφωνται και μόλον ότι έκαμε τόσα κακά κατά μού και της πατρίδος, δεν επήγα εις τούτο να τον θανατώσω, αλλά επήγενα προς τον μπενιζέλον ρούφον, και αυτός μαθών τούτο, ενέδρευε εις το οποίον έπρεπε να απεράσω μέρος και έλαβε το οποίον ήθελε να πράξη κατά μου.

ην ιδίαν στιγμήν ειδοποίησα τον μπενιζέλον, ότι αναχορώ, εις την Σ. διοίκησιν της κυβερνήσεως και όστις είναι ενάγων να έλθη να διαδικασθώμεν εκεί. ο δε κύριος μπενιζέλος εσύναξε τους προσκυνησμένους και μου τους έρριψε επάνω μου με αιχμαλώτισαν τα παιδία μου ελαφυραγώγησαν τα ρούχα μου τα ενδύματά μου και όλην μου την ύπαρξιν μου εθανάτωσαν, και δύο συντρόφους μου επειδή τα απαρατήσαμε διά να σώσωμεν την ζωήν μας, ύστερον έστειλε εις το χορίον μου και εχάλασε ένδεκα φαμιλίαις συγγενείς μου και συμπολίτας μου αναίτιους εξόχως άπαντα όλους, εθανάτωσε και μία λεχώνα με δύο βρέφη, τα οποία δεν έπραξαν ούτε οι τούρκοι τοιούτα πράγματα.

ξοχότατε κυβερνήτα ενώ εδοκίμασα τόσα δεινά, εκ του πατριοτισμού μου και της τιμιότητος είναι δίκαιον να είμαι αποξενωμένος από την πατρίδα μου, ενώ όλοι σχεδόν άρον άρον ανάπαυσαν εις την επιτυχίαν σας και μόνον εγώ να είμαι στερημένος καθώς και οι μετ’ εμού πτωχοί στρατιώται;

ετά δακρύων παρακαλώ εφάνης ελευθερωτής της ελλάδος να δείξης και εις εμέ τον ταπεινόν το έλεός σου, να μην μείνω και γω παραπονεμένος διορίζων με εις όποιον στρατιωτικόν τάγμα κρίνης άξιον και μ’ όσους στρατιώτας θελήση η εξοχότητά σου. επειδή και έχω φαμίλιαν αδυνάτους ψυχάς δώδεκα και δεν δύνομαι να τους οικονομήσω αν η εξωχώτης της δε με βοηθήσει;

χων μεγάλην ευχαρίστησιν να κριθώ μετ’ αυτών έμπροσθεν του κυβερνητικού σου βήματος ή αν δεν είναι να με δωθή παρά της κυβερνήσεως έγγραφον διά να υπάγω εις την πατρίδαν μου ελεύθερος.

ερικλείεται ομολογία της διοικήσεως προς την κυβέρνησιν διά να δωθή κανένα χορίον εις την πατρίδαν μου διά να οικονομήσω το ψωμί της πτωχής φαμελίας μου, και αν η κυβέρνησις δεχθή αυτήν μου την αίτησιν ας αποφασισθή ένα εκ των κάτω χωρίων των μακράν από όλους τους εχθρούς μου. η φιλανθρωπία της κυβερνήσεως και οι εδικοί μου υπέρ της πατρίδος αγώναις, καθώς και το μαρτυρεί γαστούνη, το χλομούτζη, πέτρα και λοιπά μέρη της πελοποννήσου, ελπίζω να μην αποτύχω της αιτήσεώς μου και της φιλανθρωπίας της Α. εξοχότητος.

τη πρώτη ιουνίου 1829 καρύταινα

ταπεινός

θανάσιος σαγιάς εκ χωρίου κασνέσι πάτρας"

Συνεχίζεται...


*Ο Γιώργος Πύργαρης είναι συγγραφέας, ιστορικός, ερευνητής. Επικοινωνήστε μαζί του στο https://www.facebook.com/profile.php?id=1072712774