Μεγάλη κουβέντα γίνεται τις τελευταίες ημέρες (και όχι μόνο τις τελευταίες, αφού στην Ελλάδα έχουμε το περίεργο συνήθειο να είμαστε όλοι άριστοι) για την «αριστεία» και τους «άριστους».

'Ολοι ερίζουν μανιωδώς για την «αριστεία».

αι σε αυτό τον καβγά λέγονται πράγματα απίθανα.

Εμείς απλώς ανατρέξαμε στο Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσας των Liddell & Scott και από εκεί αντιγράφουμε:

αριστεία (με οξεία): η υπεροχή, υπεροχή εν ανδρεία και μεγαλοψυχία, γενναιότης.

αριστεία (με περισπωμένη): το βραβείον του αρίστου και γενναιοτάτου, η αμοιβή επί γενναιότητι και ανδρεία.

Άριστος αποκαλείται ο εξέχων εις το είδος του επί πάσης σχέσεως, ως το αγαθός, ο άριστος υπό έποψιν καταγωγής και κοινωνικής θέσεως, ο εξοχώτατος, ευγενέστατος, ο πρωτεύον υπό έποψιν ηθικής υπεροχής, ο ωφελιμότατος, χρησιμώτατος, υπέροχος, εξέχων, κάλλιστος.