Την ώρα που το νομοσχέδιο για το προσφυγικό εξαιρεί τις ευάλωτες ομάδες από τη διαδικασία της εξέτασης στα σύνορα, με το μετατραυματικό στρες απαλείφεται από τους λόγους που καθιστούν κάποιον ευάλωτο, μια νέα επιστημονική έρευνα έρχεται στο φως για να υπογραμμίσει ότι το μετατραυματικό στρες όχι μόνο υπάρχει και επηρεάζει βαθιά τους ανθρώπους, αλλά «κληρονομείται» και στις επόμενες γενιές.

Ο Saleem υποστηρίζει ότι μπορεί ακόμα να δει τα πρόσωπα των νεαρών ανδρών που πυροβόλησε. Παρόλο που έχουν περάσει πάνω από δέκα χρόνια από τότε που ήταν ελεύθερος σκοπευτής στον πόλεμο του Λιβάνου-Ισραήλ το 2006, εξακολουθεί να έχει εφιάλτες.

Ο πρώτος γάμος του Saleem τελείωσε μετά το τέλος του πολέμου. Τα παιδιά του έμειναν μαζί του. Ο ίδιος παραδέχεται ότι πιθανότατα ήταν δύσκολο να ζήσει. «Ποτέ δεν μίλησα για τον πόλεμο. Ποτέ δεν μίλησα για αυτό. Κλείδωσα τα πάντα σε ένα κουτάκι μέσα μου», ανέφερε στο Guardian. Μετά τον πόλεμο έγινε οδηγός φορτηγών και τώρα δουλεύει ταξί. Έχει ξαναπαντρευτεί αλλά δεν μιλάει στη νέα σύζυγό του για τον πόλεμο. «Δεν μου αρέσει να αφήνω τα παιδιά. Δεν μου αρέσει να βρίσκομαι έξω από το σπίτι τη νύχτα. Για πολλά χρόνια δεν ήθελα να μιλήσω καθόλου γι’ αυτό, αλλά τώρα κοιτάζω στο ίντερνετ τη νύχτα και προσπαθώ να καταλάβω τι μου συμβαίνει», προσθέτει.

Οι εμπειρίες του Saleem από τον πόλεμο δεν είναι ξένες για τους ερευνητές που ασχολούνται με μετατραυματική διαταραχή άγχους. Αλλά τι γίνεται με την οικογένειά του; Υπάρχει ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για την ιδέα του τραύματος που «μεταδίδεται» κατά κάποιον τρόπο από τον γονέα στο παιδί και στις επόμενες γενιές (transgenerational trauma).

Ο Saleem μπορεί να είναι υπερπροστατευτικός με τα παιδιά του αλλά τι γίνεται με τους άλλους που έχουν περάσει αντίστοιχες εμπειρίες; Σύμφωνα με τα λεγόμενα του γνωρίζει άνδρες που έχουν μέσα τους πολύ θυμό και οργή, με αποτέλεσμα να φωνάζουν συνέχεια και να μαλώνουν τα παιδιά τους.

ια τον Joseph El-Khoury, έναν Λιβανέζικο ψυχίατρο που συνεργάζεται με μέλη των πολιτοφυλακών που αγωνίστηκαν στις συγκρούσεις που έχουν κλονίσει τον Λίβανο τα τελευταία 50 χρόνια, η περιγραφή του Saleem δεν αποτελεί έκπληξη. Οι άνδρες με τους οποίους ασχολείται είναι «πολύ θυμωμένοι, ανυπότακτοι και συχνά επιλέγουν να αποσυρθούν εντελώς», ενώ η κακία και ο θυμός φαίνεται να «διδάσκεται» στην νεότερη γενιά.

Πώς καθρεφτίζεται το τραύμα στους απογόνους

Το τραύμα είναι αυτό που συμβαίνει στο μυαλό μας ως αποτέλεσμα ενός συγκεκριμένου γεγονότος ή μιας σειράς γεγονότων. Θα επηρεάσει διαφορετικά τους ανθρώπους, καθώς είμαστε όλοι διαφορετικοί χαρακτήρες. Για παράδειγμα μερικοί μπορεί να είναι καλά ή να επηρεαστούν ελάχιστα, ενώ άλλοι μπορεί να πάθουν κατάθλιψη, μετατραυματική διαταραχή άγχους ή κάποια άλλη ψυχική ασθένεια. Για πολλά χρόνια οι πολεμικές συγκρούσεις θεωρούνταν ως ο κύριος ένοχος, αλλά και η σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση θεωρείται ότι προκαλεί σοβαρά τραύματα επίσης.

«Όσο πιο πολύ υποφέρει κάποιος από ένα ή περισσότερα τραύματα, τόσο πιο ευάλωτος είναι στο άγχος», αναφέρει από τη μεριά του ο Peter Fonagy, ψυχαναλυτής και κλινικός ψυχολόγος.

Το 1966 o Vivian Rakoff, ένας ψυχίατρος με έδρα το Μόντρεαλ, παρατήρησε ότι είχε πολλούς περισσότερους ασθενείς που ήταν έφηβοι συγγενείς από τους επιζώντες του Ολοκαυτώματος. Από τότε έχουν γίνει πολλές μελέτες που εξετάζουν, για παράδειγμα, τα παιδιά ή τα εγγόνια των επιζώντων του ολοκαυτώματος, τα παιδιά των αιχμαλώτων πολέμου στον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο, τις οικογένειες στη Βόρεια Ιρλανδία και τη Μέση Ανατολή. Υπάρχει επίσης ένα αυξανόμενο σώμα έρευνας για πιο έμμεσες επιπτώσεις σε μεγάλα ιστορικά τραύματα όπως η εκτοπισμός των ιθαγενών Αμερικανών από τη γη τους ή η υποδούλωση και η μεταφορά των Αφρικανών.

Τα αποτελέσματα δεν είναι απολύτως σαφή. Υπάρχουν μελέτες που βρίσκουν αρνητικές επιπτώσεις - ότι τα παιδιά των επιζώντων του ολοκαυτώματος, για παράδειγμα, μπορούν να βιώσουν συναισθηματικά προβλήματα, δυσκολίες στις σχέσεις τους και στον τρόπο που λειτουργούν γενικότερα. Οι ερευνητές στη Βόρεια Ιρλανδία κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η μετάδοση τραύματος στα παιδιά, τα έκανε πιο ευάλωτα στην ανάπτυξη τοξικού στρες στην παιδική ηλικία. Αλλά κάποια έρευνα κατέληξε σε ένα εντελώς διαφορετικό αποτέλεσμα, διαπιστώνοντας ότι το τραύμα στη ζωή των γονιών μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στα παιδιά. Και ακόμα περισσότερες μελέτες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει σαφής επίδραση.

Αλλά εάν μεταδίδεται το τραύμα από τη μία γενιά στην άλλη, ποιος είναι ο μηχανισμός μετάδοσης; Κάποια ενδιαφέρουσα δουλειά γίνεται γύρω από την επιγενετική - την ιδέα ότι το τραύμα μπορεί να προκαλέσει γενετικές αλλαγές που μεταδίδονται στους απογόνους. Αλλά η επιγενετική είναι ένας νέος και ακόμα μη-αποδεδειγμένος τομέας. Ο κύριος μηχανισμός φαίνεται να είναι απλώς το στιλ γονικής μέριμνας του τραυματισμένου γονέα. Ο Fonagy υποστηρίζει ότι ως μωρό έχουμε έναν κύριο φροντιστή που μας καθρεφτίζει, που δηλαδή χαμογελάει όταν χαμογελάτε και ούτω καθεξής. «Εσείς το εσωτερικεύετε αυτό και το μωρό γίνεται σαν εσάς». Τα προβλήματα προκύπτουν όταν ο γονέας αδυνατεί, ίσως λόγω τραύματος, να εκτελέσει αυτόν τον ρόλο. «Όταν υπάρχει κάποιος που έχει παραμεληθεί πολύ, στον καθρεφτισμό θα υπάρχει ένα κενό. Και όταν κάποιος έχει κακοποιηθεί, παίρνετε αυτή την εμπειρία κακομεταχείρισης που έχει και ο φροντιστής σας δηλαδή ο γονιός», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Μάλιστα έρευνα σε αρουραίους έχει δείξει ότι όταν οι μητέρες έχουν στρες στην εγκυμοσύνη ή δεν ενδιαφέρονται αρκετά για τα μωρά τους, οι απόγονοι τείνουν να πιέζονται περισσότερο, ενώ παράλληλα έχουν χειρότερη μνήμη και ικανότητες μάθησης.

Τί μπορεί να γίνει;

Εύλογα λοιπόν προκύπτει το ερώτημα τι μπορεί να γίνει από τη στιγμή που το μπορεί να μεταδοθεί το τραύμα μέσα από τις γενιές; Ορισμένες χώρες έχουν αναγνωρίσει τους πιθανούς κινδύνους και προσπαθούν να τις αποτρέψουν. Πολλές εργασίες έχουν γίνει στη Βόρεια Ιρλανδία, για παράδειγμα, για να μετριαστούν οι επιπτώσεις των προβλημάτων στις νεότερες γενιές.

Τα Wave trauma centres είναι κέντρα που χρηματοδοτούνται από την κυβέρνηση και την ΕΕ και παρέχουν συμβουλευτική και ψυχοθεραπεία και επίσης εκτελούν μαθήματα σχετικά με τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει το τραύμα στην οικογένεια.

Αλλά στον Λίβανο, οι πόροι δεν είναι οι ίδιοι. Για κάθε 100.000 άτομα, ο Λίβανος έχει περίπου τρεις ψυχολόγους και τρεις νοσηλευτές ψυχικής υγείας. Τα δυτικά έθνη από την άλλη έχουν συνήθως συνήθως εκατοντάδες. Το στίγμα επιδεινώνει το πρόβλημα, λέει ο El-Khoury. «Αγωνιζόμαστε να φέρουμε τους ανθρώπους σε κλινικές γιατί φοβούνται το στίγμα να βλέπουν έναν ψυχίατρο». Σύμφωνα πάντως με τον Fonagy η καλύτερη δυνατή θεραπεία για το τραύμα δεν είναι η επαγγελματική αλλά η κοινωνική. Τα κοινωνικά δίκτυα, η κοινότητα, η οικογένεια και οι σχέσεις εμπιστοσύνης μπορούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους να ανοιχτούν και να ξεπεράσουν τις εμπειρίες τους.